1. Οι παρόντες Κανόνες Διαμεσολάβησης («οι Κανόνες») εφαρμόζονται από το ADR Center Global («ADR Center») και τους διαμεσολαβητές του.
2. Ισχύουν για κάθε διαφορά στην οποία τα μέρη επιδιώκουν επίλυση και έχουν συμφωνήσει εγγράφως να παραπέμψουν τη διαφορά τους σε διαμεσολάβηση βάσει των παρόντων Κανόνων, είτε μέσω σύμβασης, συμφωνίας υποβολής είτε παραπομπής. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν αμοιβαία να συμπληρώσουν τους παρόντες Κανόνες, με την επιφύλαξη της έγκρισης του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών και της συμφωνίας διαμεσολάβησης.
3. Στο τέλος της Πρώτης Συνεδρίας Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης, τα μέρη μπορούν να αποφασίσουν να διεκπεραιώσουν τη διαμεσολάβησή τους εντός συγκεκριμένης δικαιοδοσίας, σύμφωνα με ένα συγκεκριμένο νομικό ή κανονιστικό πλαίσιο για τη διαμεσολάβηση, με την επιφύλαξη των ισχυουσών πολιτικών δημόσιας ή ιδιωτικής διαμεσολάβησης, που ισχύουν κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής τους.
4. Η διαμεσολάβηση θα χρησιμοποιείται βάσει των παρόντων Κανόνων, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν σε διαφορετική διαδικασία διευθέτησης, σύμφωνα με το ανωτέρω σημείο.
1. Στους παρόντες Κανόνες, οι ακόλουθοι όροι έχουν τις ακόλουθες έννοιες:
Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών: Η ADR Center Global srl—Società Benefit είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εγγεγραμμένη σύμφωνα με το ιταλικό δίκαιο με αριθμό μητρώου ιταλικής εταιρείας (REA) RM—1541118 και αριθμό ΦΠΑ IT 14722131001. Η έδρα της βρίσκεται στη διεύθυνση Via Marcantonio Colonna 54 - 00192 Ρώμη, Ιταλία ή σε οποιαδήποτε άλλη συνδεδεμένη εταιρεία.
Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής από το Κέντρο ADR: Διαμεσολαβητής εκπαιδευμένος από την Ακαδημία του Κέντρου ADR σύμφωνα με τη μεθοδολογία εκπαίδευσης SOLVE.
Συμφωνία Διαμεσολάβησης: γραπτή συμφωνία στην οποία τα Μέρη και το Κέντρο ΕΕΔ συμφωνούν να συμμετάσχουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης που διαχειρίζεται το Κέντρο ΕΕΔ, διευκολύνεται από Διαμεσολαβητή του Κέντρου ΕΕΔ και με σκοπό την επίλυση του Ζητήματος μέσω Διαμεσολάβησης.
Διαχειριστής Υποθέσεων: ο/οι επαγγελματίας/ες στον/στην οποίο/α έχει ανατεθεί από το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ADR Center) η διαχείριση του Συστήματος Διαχείρισης Υποθέσεων, η εξέταση του αιτήματος διαμεσολάβησης, η επικοινωνία με τα μέρη και τους διαμεσολαβητές, η διαχείριση εγγράφων και υλικοτεχνικής υποστήριξης, ο συντονισμός του ραντεβού και των ρυθμίσεων της συνεδρίας του διαμεσολαβητή, η έκδοση τιμολογίων και η παρακολούθηση πληρωμών, διατηρώντας παράλληλα την αμεροληψία και την τήρηση εμπιστευτικότητας.
Πρώτη Συνεδρία Διαδικτυακής Διαμεσολάβησης: μια δίωρη δομημένη διαδικτυακή συνεδρία όπου τα Μέρη μπορούν να συζητήσουν εμπιστευτικά τη διαφορά τους με έναν διαμεσολαβητή του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ADR Center) για να αξιολογήσουν τη σκοπιμότητα της διαμεσολάβησης, να καθορίσουν εάν είναι πρόθυμα να προχωρήσουν σε αυτήν και να αναπτύξουν τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να το κάνουν.
Τέλος Πρώτης Συνεδρίας Διαμεσολάβησης: το εφάπαξ τέλος που οφείλεται από κοινού από τα Μέρη για την Πρώτη Συνεδρία Διαμεσολάβησης, στο ποσό που ορίζεται από τους παρόντες Κανόνες και είναι διαθέσιμο δημόσια στον ιστότοπο του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
Πιστοποιημένος Διαμεσολαβητής IMI: Έμπειρος διαμεσολαβητής που περνάει με επιτυχία την αξιολόγηση που διενεργείται από ένα Πρόγραμμα Αξιολόγησης Πιστοποίησης (QAP) για έμπειρους διαμεσολαβητές, το οποίο είχε προηγουμένως αξιολογηθεί και εγκριθεί από το Διεθνές Ινστιτούτο Διαμεσολάβησης (IMI).
Διαμεσολαβητής με Πιστοποίηση IMI: Διαμεσολαβητής εκπαιδευμένος από Πιστοποιημένο Πρόγραμμα Κατάρτισης Διαμεσολάβησης (CMTP) το οποίο είχε προηγουμένως αξιολογηθεί και εγκριθεί από το Διεθνές Ινστιτούτο Διαμεσολάβησης (IMI).
Ζήτημα: τα ζητήματα που εγείρουν τα μέρη κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης.
Διαμεσολάβηση: μια διαδικασία συλλογικής λήψης αποφάσεων κατά την οποία τα Μέρη προσπαθούν να επιλύσουν τα Ζητήματά τους με τη βοήθεια ενός Διαμεσολαβητή του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών και σύμφωνα με τους Κανόνες.
Δελτίο Διαμεσολάβησης: ένα σύντομο έγγραφο που κοινοποιείται εμπιστευτικά από κάθε μέρος στον Διαμεσολαβητή πριν από την Πρώτη Συνεδρία Διαμεσολάβησης και το οποίο περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη φύση της διαφοράς, μια σύνοψη των γεγονότων, τη χρήση του νόμου, τυχόν προηγούμενες προσπάθειες επίλυσης, την αξιολόγηση των εμποδίων πριν από τη διευθέτηση και άλλες πληροφορίες που μπορούν να βοηθήσουν τον Διαμεσολαβητή να προετοιμάσει και να χαράξει μια αποτελεσματική προσέγγιση διαμεσολάβησης. Το Δελτίο Διαμεσολάβησης μπορεί να έχει ένα κλειστό μέρος που προορίζεται για τον διαμεσολαβητή και ένα ανοιχτό μέρος (δηλαδή, τον ονομαστικό κατάλογο των εκπροσώπων που θα συμμετάσχουν στη διαμεσολάβηση, την πρόσκληση για διαπραγμάτευση διατυπωμένη με τρόπο που το άλλο μέρος να αισθάνεται πιο πρόθυμο να προσέλθει στη διαπραγμάτευση ως σύμμαχος επίλυσης προβλημάτων, όχι ως νομικός αντίπαλος). Τα ανοιχτά μέρη θα κοινοποιηθούν από τον διαμεσολαβητή και στα δύο ταυτόχρονα (εάν το ένα μέρος δεν κοινοποιεί Δελτίο Διαμεσολάβησης στον διαμεσολαβητή, δεν θα λάβει το ανοιχτό μέρος του Δελτίου Διαμεσολάβησης του άλλου μέρους).
Διαμεσολαβητής (ή Διαμεσολαβητής Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών): το άτομο που διεξάγει τη Διαμεσολάβηση, το οποίο είναι εκπαιδευμένο και πιστοποιημένο ως Διαμεσολαβητής και περιλαμβάνεται στον πίνακα διαμεσολαβητών του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
Μέρος/Μέρη: τα μέρη που επιθυμούν να προσπαθήσουν να επιλύσουν το ζήτημα μέσω Διαμεσολάβησης.
Αίτημα: αίτημα διαμεσολάβησης που υποβάλλεται από κοινού από όλα τα μέρη, από οποιοδήποτε μέρος μιας διαφοράς ή από ενδιαφερόμενο μέρος, μαζί με τα δικαιολογητικά έγγραφα.
Αιτών μέρος: μέρος/μέρη που υποβάλλουν το αίτημα διαμεσολάβησης.
Εναγόμενο μέρος: το/τα μέρος/η σε μια υπόθεση που δεν υπέβαλε το αίτημα και καλείται/ουν να απαντήσει/ουν στην πρόσκληση για διαμεσολάβηση.
Κανόνες: αυτοί οι Κανόνες.
1. Η Διαμεσολάβηση μπορεί να ξεκινήσει με (α) κοινό Αίτημα όλων των Μερών ή (β) μονομερές Αίτημα βάσει ρήτρας διαμεσολάβησης, νομικού πλαισίου ή άλλως, συνοδευόμενο από αίτημα πρόσκλησης του άλλου Μέρους. Οποιοδήποτε Μέρος ή Μέρη επιθυμούν να ξεκινήσουν Διαμεσολάβηση ή μια Πρώτη Διαδικτυακή Συνεδρία Διαμεσολάβησης για να αξιολογήσουν τη σκοπιμότητα της διαδικασίας για την επίλυση του Ζητήματος, μπορούν να υποβάλουν Αίτημα Διαμεσολάβησης μέσω του Συστήματος Διαχείρισης Υποθέσεων του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (βλ. adrcenter.com για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο υποβολής υπόθεσης για διαμεσολάβηση).
2. Το Αιτούν Μέρος μπορεί να ζητήσει από το Κέντρο ΕΕΔ να προσκαλέσει άλλο Μέρος να συμμετάσχει σε διαδικασία Διαμεσολάβησης ή σε Πρώτη Συνεδρία Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης, παρέχοντας το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του άλλου Μέρους. Μετά την παραλαβή ενός τέτοιου αιτήματος, το Κέντρο ΕΕΔ θα επικοινωνήσει με το/τα Απαντώμενο/α Μέρος/α εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος και θα διευκολύνει τη λήψη της απόφασης συμμετοχής είτε σε Πρώτη Συνεδρία Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης όπου τα Μέρη συζητούν τη σκοπιμότητα της διαδικασίας επίλυσης του Ζητήματος είτε σε μια πλήρη διαδικασία Διαμεσολάβησης σύμφωνα με τους παρόντες Κανόνες.
3. Το Αίτημα Διαμεσολάβησης μπορεί να περιέχει, κατά περίπτωση, ένα Σύντομο Έγγραφο Διαμεσολάβησης και το εάν ζητείται επίσης μια Πρώτη Συνεδρία Διαδικτυακής Διαμεσολάβησης για την επαλήθευση της καταλληλότητας για την έναρξη Διαμεσολάβησης. Θα πρέπει επίσης να αναφέρει τα στοιχεία επικοινωνίας όλων των Μερών της διαφοράς και του δικηγόρου, εάν υπάρχει, που θα τα εκπροσωπήσει στη Διαμεσολάβηση. Το Αίτημα θα αναφέρει σαφώς ποιος είναι ο/οι Αιτών/ες Μέρος/ες και ποιος/οι είναι ο/οι Απαντών/ες Μέρος/ες που πρέπει να επικοινωνήσει το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών και να προσκληθεί σε διαμεσολάβηση.
4. Το Αιτούν Μέρος μπορεί να επισυνάψει οποιαδήποτε έγγραφα που θεωρεί ότι μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση της υπόθεσης.
5. Εκτός εάν όλα τα Μέρη υποβάλουν το Αίτημα για πλήρη διαδικασία διαμεσολάβησης, το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών θα ορίσει την ημερομηνία για την Πρώτη Συνεδρία Διαμεσολάβησης μέσω Διαδικτύου μεταξύ 20 και 40 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος και θα προσκαλέσει άμεσα το/τα Καταγγελλόμενο/α Μέρος/α. Η πρόσκληση θα υποβληθεί μέσω του Συστήματος Διαχείρισης Υποθέσεων του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών και θα αποσταλεί ειδοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Όπου είναι δυνατόν, τα Καταγγελλόμενα Μέρη θα ειδοποιηθούν τηλεφωνικά και ταχυδρομικώς.
6. Εάν το Αποκρινόμενο Μέρος αρνηθεί ή δεν απαντήσει στην πρόσκληση εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της πρόσκλησης, το θέμα κλείνει με ειδοποίηση προς το Αιτούν Μέρος.
7. Σε περίπτωση που το Καταγγελλόμενο Μέρος συμφωνήσει να συμμετάσχει είτε σε Διαμεσολάβηση είτε σε Πρώτη Συνεδρία Διαδικτυακής Διαμεσολάβησης, υποβάλλει στο Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών το Σύντομο Έγγραφο Διαμεσολάβησης και τυχόν πληροφορίες και έγγραφα που κρίνονται απαραίτητα για την καλύτερη κατανόηση της υπόθεσης.
8. Πριν από την Πρώτη Συνεδρία Διαδικτυακής Διαμεσολάβησης, ο Διαχειριστής Υπόθεσης θα συζητήσει περαιτέρω ξεχωριστά με τα Μέρη το είδος της εμπειρογνωμοσύνης στη διαμεσολάβηση που ενδέχεται να απαιτηθεί, τους διαθέσιμους διαμεσολαβητές από τον κατάλογο του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών που θα ανατεθούν στην υπόθεση και τη δομή των αμοιβών που ενδέχεται να ισχύουν ανάλογα με την αρχαιότητα του επιλεγμένου διαμεσολαβητή.
1. Το Κέντρο Εναλλακτικής Διαμεσολάβησης (ΑΙΔ) θα διορίσει έναν διαπιστευμένο από το Κέντρο Εναλλακτικής Διαμεσολάβησης διαμεσολαβητή ή έναν διαμεσολαβητή από τον κατάλογο διαμεσολαβητών με πιστοποίηση IMI ή πιστοποίηση IMI του Διεθνούς Ινστιτούτου Διαμεσολάβησης (IMI) (https://imimediation.org/) με βάση την προτίμηση των μερών και τη διαθεσιμότητα του διαμεσολαβητή. Ο διορισμός αυτός θα βασίζεται στην πολυπλοκότητα και τον τομέα της διαφοράς, τον αριθμό των μερών και την προτίμηση των μερών.
2. Τα Μέρη μπορούν να διορίσουν έναν ή περισσότερους Διαμεσολαβητές ή να ζητήσουν από το Κέντρο ΕΕΔ να διορίσει έναν ή περισσότερους Διαμεσολαβητές για να διαμεσολαβήσουν ή να συνδιαμεσολαβήσουν στην υπόθεση, με αποτέλεσμα οι διατάξεις του Κανόνα να δεσμεύουν κάθε Διαμεσολαβητή. Υπό τις κατάλληλες συνθήκες, το Κέντρο ΕΕΔ μπορεί, με δική του πρωτοβουλία, να προτείνει στα Μέρη να ορίσουν περισσότερους από έναν Διαμεσολαβητές.
3. Εάν προκύψει κατάσταση που ενδέχεται να επηρεάσει τον σκοπό, την ουδετερότητα και την αμεροληψία του Διαμεσολαβητή πριν ή κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης, ο Διαμεσολαβητής υποχρεούται να ειδοποιήσει τα Μέρη σχετικά, τα οποία θα αποφασίσουν για τη συνέχιση ή τη λήξη της διαδικασίας Διαμεσολάβησης. Ανεξάρτητα από τις απόψεις των Μερών, ο Διαμεσολαβητής έχει το δικαίωμα να τερματίσει τον ρόλο του στη διαδικασία Διαμεσολάβησης εάν κρίνει ότι η ουδετερότητα, η αμεροληψία ή η ανεξαρτησία του έχουν υπονομευθεί σοβαρά, καθιστώντας τον ανίκανο να παραμείνει αντικειμενικός.
1. Πριν από την επίσημη αποδοχή του διορισμού του, ο Διαμεσολαβητής υπογράφει δήλωση αμεροληψίας, ουδετερότητας και ανεξαρτησίας.
2. Οποιοσδήποτε Διαμεσολαβητής, είτε επιλέγεται από κοινού από τα μέρη είτε διορίζεται από το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ADR Center), θα γνωστοποιεί τόσο στο Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ADR Center) όσο και στα μέρη εάν έχει οποιοδήποτε οικονομικό ή προσωπικό συμφέρον από την έκβαση της Διαμεσολάβησης ή εάν υπάρχει οποιοδήποτε γεγονός ή περίσταση που είναι εύλογα πιθανό να δημιουργήσει τεκμήριο μεροληψίας ή σχέσης με οποιοδήποτε από τα Μέρη. Μετά την παραλαβή οποιασδήποτε τέτοιας πληροφορίας, αφού ζητήσει τις απόψεις των μερών, το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών μπορεί να αντικαταστήσει τον Διαμεσολαβητή, κατά προτίμηση από τους καταλόγους αποδεκτών Διαμεσολαβητών που έχουν επιστραφεί προηγουμένως από τα Μέρη.
3. Οποιοδήποτε Μέρος μπορεί να ζητήσει από το Κέντρο ΕΕΔ να αντικαταστήσει τον Διαμεσολαβητή για εύλογους λόγους που σχετίζονται με την αμεροληψία ή την ανεξαρτησία. Το Κέντρο ΕΕΔ θα αποφασίσει σε απάντηση του εν λόγω αιτήματος εντός 5 (πέντε) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του.
1. Τα μέρη αναμένεται να παραστούν αυτοπροσώπως στη Διαμεσολάβηση. Μπορούν να συνοδεύονται από δικηγόρους, εμπειρογνώμονες ή άλλους συμβούλους, υπό την προϋπόθεση ότι ο ρόλος τους έχει γνωστοποιηθεί εκ των προτέρων.
2. Εάν ένα Μέρος δεν μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως, οφείλει να ορίσει έναν εκπρόσωπο πλήρως ενημερωμένο για τη διαφορά και εξουσιοδοτημένο να διαπραγματευτεί και να συνάψει συμβιβασμό.
3. Τα μέρη εκτός από τα φυσικά πρόσωπα αναμένεται να έχουν παρόντα καθ' όλη τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης ένα ανώτερο στέλεχος, εταίρο ή άλλο υπάλληλο εξουσιοδοτημένο να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την επίλυση της διαφοράς. Ο Διαμεσολαβητής απαιτεί από τα εν λόγω πρόσωπα να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία της εντολής εκπροσώπησης.
1. Η ημερομηνία και η ώρα κάθε συνεδρίας Διαμεσολάβησης θα προγραμματίζονται από τον Διαμεσολαβητή σε συνεννόηση με τα Μέρη και το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
2. Οι συνεδρίες μπορούν να πραγματοποιηθούν διαδικτυακά, στις εγκαταστάσεις του Κέντρου ADR ή σε άλλον αμοιβαία συμφωνημένο χώρο.
3. Η προτιμώμενη μορφή (προσωπική, διαδικτυακή ή υβριδική) θα πρέπει να συμφωνείται πριν από κάθε συνεδρία.
1. Η διεξαγωγή της Πρώτης Συνεδρίας Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης είναι προαιρετική και δεν αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη πλήρους Διαμεσολάβησης. Το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών θα ειδοποιήσει το Αιτούν Μέρος ότι το Καθ' ου η Συνεδρίαση έχει αποδεχτεί να συμμετάσχει σε Πρώτη Συνεδρία Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης ή Διαμεσολάβηση και θα ορίσει προθεσμία για την καταβολή του προσωρινού κόστους της Διαμεσολάβησης ή του Τέλους της Πρώτης Συνεδρίας Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση μη καταβολής των εν λόγω εξόδων εντός της προθεσμίας, η διαδικασία θα περατωθεί και τα Μέρη θα ενημερωθούν.
2. Η Πρώτη Συνεδρία Ηλεκτρονικής Διαμεσολάβησης θα πραγματοποιηθεί από τον διαδικτυακό διαμεσολαβητή που έχει διοριστεί από το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών με τη συμμετοχή ενός ή και των δύο Μερών. Στόχος είναι η αξιολόγηση του θέματος, η εξήγηση της διαδικασίας διαμεσολάβησης και ο προσδιορισμός της ετοιμότητας για πλήρη Διαμεσολάβηση.
3. Μετά τη συνεδρία, τα Μέρη αποφασίζουν εάν θα προχωρήσουν σε πλήρη Διαμεσολάβηση. Εάν αρνηθούν, το θέμα κλείνει και δεν ισχύουν περαιτέρω τέλη.
4. Εάν τα Μέρη αποφασίσουν να συνεχίσουν με πλήρη Διαμεσολάβηση, θα πρέπει, μαζί με τον Διαμεσολαβητή του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών και τον Υπεύθυνο Υποθέσεων, να καθορίσουν τους όρους σύμφωνα με τους οποίους θα γίνει αυτό και τον σχεδιασμό της διαδικασίας που θα ακολουθηθεί.
5. Τα Συνοπτικά Έγγραφα Διαμεσολάβησης και τα έγγραφα που έχουν ήδη γνωστοποιηθεί είναι εμπιστευτικά και κοινοποιούνται εν όλω ή εν μέρει μόνο με τη συγκατάθεση και τις οδηγίες του Μέρους που τα γνωστοποιεί.
6. Η αλληλογραφία με το Κέντρο ΕΕΔ θα γίνεται στα Αγγλικά, ενώ η Διαμεσολάβηση θα διεξάγεται στη γλώσσα που θα συμφωνηθεί από τα Μέρη και τον Διαμεσολαβητή του Κέντρου ΕΕΔ. Εάν τα Μέρη συμφωνήσουν να διεξάγουν τη διαδικασία σε γλώσσα που δεν ομιλούν οι διορισμένοι διαμεσολαβητές, το Κέντρο ΕΕΔ θα μεριμνήσει για υπηρεσίες μετάφρασης και θα ενημερώσει τα μέρη για τυχόν πρόσθετα έξοδα για την έγκρισή τους.
1. Τα μέρη μπορούν να επιλέξουν να ξεκινήσουν αμέσως την πλήρη Διαμεσολάβηση, ακόμη και αν δεν έχει πραγματοποιηθεί Πρώτη Συνεδρία Διαδικτυακής Διαμεσολάβησης ή μετά την ολοκλήρωσή της. Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να διεξάγει τη Διαμεσολάβηση με ευελιξία, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης, τις προτιμήσεις των μερών και την ανάγκη για μια αποτελεσματική διαδικασία επίλυσης διαφορών. Ο διαμεσολαβητής δεν έχει την εξουσία να επιβάλει συμβιβασμό στα μέρη. Ο διαμεσολαβητής εξουσιοδοτείται να διεξάγει τόσο κοινές όσο και ξεχωριστές συναντήσεις με τα μέρη κατά την κρίση του, εν αναμονή των ολοκληρωμένων διαβουλεύσεων με τα μέρη. Εάν ζητηθεί και εάν είναι αποδεκτό από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, ο διαμεσολαβητής μπορεί, με τη συγκατάθεση των μερών, να υποβάλει μη δεσμευτικές προτάσεις συμβιβασμού.
2. Απαγορεύεται η καταγραφή ή η μεταγραφή δηλώσεων που γίνονται και πληροφοριών που ανταλλάσσονται από τους συμμετέχοντες ή η αποδοχή ή η απόρριψη οποιωνδήποτε προτάσεων διακανονισμού που υποβάλλονται από τον Διαμεσολαβητή ή τα Μέρη.
3. Οι συνεδρίες διαμεσολάβησης, κοινές και ατομικές, είναι ιδιωτικές και εμπιστευτικές. Άτομα εκτός από τα Μέρη και τους εκπροσώπους τους μπορούν να παραστούν μόνο με την άδεια των μερών και μετά την υπογραφή Συμφωνίας Απορρήτου.
4. Κάθε Μέρος ενεργεί καλή τη πίστει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας Διαμεσολάβησης και του παρέχονται ίσες ευκαιρίες να προσφέρει την άποψή του σχετικά με τα υπό συζήτηση ζητήματα.
5. Στον πυρήνα της διαδικασίας διαμεσολάβησης θα πρέπει να βρίσκεται η αρχή του μη βλάπτειν, σύμφωνα με την οποία μια διαδικασία διαμεσολάβησης δεν πρέπει να βλάπτει ούτε το Μέρος ούτε κανέναν άλλον. Τα Μέρη θα πρέπει να εγείρουν οποιαδήποτε ανησυχία για βλάβη ανά πάσα στιγμή στον Διαμεσολαβητή ή στο Κέντρο ΕΕΔ.
1. Η διαμεσολάβηση τερματίζεται όταν:
Τα Μέρη έχουν καταλήξει σε πλήρη και οριστική συμφωνία διαμεσολάβησης.
Ένα ή περισσότερα Μέρη δηλώνουν την πρόθεσή τους να μην συνεχίσουν.
Ο διαμεσολαβητής κρίνει ότι οι περαιτέρω προσπάθειες είναι απίθανο να επιλύσουν τη διαφορά.
Το προκαθορισμένο όριο για τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης έχει λήξει και τα Μέρη δεν έχουν συμφωνήσει να το παρατείνουν.
Τα απαιτούμενα τέλη ή έξοδα δεν έχουν καταβληθεί μέχρι την προθεσμία.
Το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ADR) τερματίζει τη διαδικασία για διοικητικούς ή διαδικαστικούς λόγους.
2. Οποιοδήποτε από τα μέρη ή ο διαμεσολαβητής θα γνωστοποιήσει την πρόθεσή του να τερματίσει τη διαδικασία μέσω του Συστήματος Διαχείρισης Υποθέσεων του Κέντρου Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
1. Όλες οι πληροφορίες, τα αρχεία, οι εκθέσεις ή άλλα έγγραφα που λαμβάνει ένας Διαμεσολαβητής κατά την άσκηση των καθηκόντων του θα είναι εμπιστευτικά. Ο Διαμεσολαβητής δεν θα υποχρεούται να αποκαλύψει τέτοια αρχεία ή να καταθέσει ή να δώσει μαρτυρία σχετικά με τη Διαμεσολάβηση σε οποιαδήποτε διαδικασία αντιπαράθεσης ή δικαστικό φόρουμ. Επιπλέον, τα Μέρη θα διατηρούν το απόρρητο της διαμεσολάβησης και δεν θα βασίζονται ούτε θα παρουσιάζουν ως αποδεικτικά στοιχεία σε οποιαδήποτε διαιτητική, δικαστική ή άλλη διαδικασία:
σε απόψεις που εκφράζονται ή προτάσεις ή προσφορές που γίνονται από άλλο Μέρος ή τον διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας Διαμεσολάβησης·
β. παραδοχές που έγιναν από άλλο Μέρος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας Διαμεσολάβησης σχετικά με την ουσία της διαφοράς·
γ. οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο ή πηγή αποδεικτικών στοιχείων δεν καθίσταται απαράδεκτο αποκλειστικά και μόνο ως αποτέλεσμα της χρήσης του στη Διαμεσολάβηση.
2. Σύμφωνα με τις διεθνείς ορθές πρακτικές, οι πληροφορίες που αποκαλύπτονται σε ιδιωτικές συνεδριάσεις (συμβουλευτικές συναντήσεις) δεν κοινοποιούνται στο άλλο Μέρος χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του Μέρους που τις αποκαλύπτει.
3. Οι υποχρεώσεις αυτές ισχύουν για τα Μέρη, τους εκπροσώπους τους, τους παρατηρητές τους και το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
1. Ούτε το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών ούτε οποιοσδήποτε Διαμεσολαβητής θα ευθύνονται έναντι οποιουδήποτε Μέρους για οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που φέρεται να σχετίζεται με οποιαδήποτε Διαμεσολάβηση που διεξάγεται βάσει των παρόντων Κανόνων ή την προκύπτουσα συμφωνία διακανονισμού που επιτεύχθηκε ως αποτέλεσμα αυτής, εκτός από περιπτώσεις εκούσιας παράβασης ή βαριάς αμέλειας.
1. Ο Διαμεσολαβητής θα ερμηνεύει και θα εφαρμόζει τους παρόντες Κανόνες στο μέτρο που σχετίζονται με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές του. Όλες οι άλλες διαδικασίες θα ερμηνεύονται και θα εφαρμόζονται από το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών.
1. Εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά από τα μέρη και το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών, τα τέλη και τα έξοδα διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των αμοιβών και εξόδων του Διαμεσολαβητή, θα καταβάλλονται ισόποσα από κάθε Μέρος της Διαμεσολάβησης σύμφωνα με το «Παράρτημα Αρ. 1 Πίνακας Τελών Διαμεσολάβησης», το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο δεσμευτικό μέρος των παρόντων Κανόνων.
1. Εκτός εάν όλα τα Μέρη συμφωνήσουν εγγράφως, ο Διαμεσολαβητής δεν μπορεί να ενεργήσει ως διαιτητής ή ως εκπρόσωπος ή σύμβουλος Μέρους σε οποιαδήποτε διαιτητική ή δικαστική διαδικασία σχετική με τη διαφορά που αποτέλεσε το αντικείμενο της Διαμεσολάβησης.
2. Για τους δεοντολογικούς σκοπούς των Κανόνων Διεθνούς Διαμεσολάβησης του Κέντρου ADR, αναμένεται ότι η ανωτέρω παράγραφος θα εφαρμοστεί τους επόμενους 12 μήνες από την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαμεσολάβησης του Κέντρου ADR.
1. Τα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην κινήσουν, κατά τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης, καμία διαιτητική ή δικαστική διαδικασία σχετικά με διαφορά που αποτελεί αντικείμενο της Διαμεσολάβησης, με την εξαίρεση ότι ένα Μέρος μπορεί να κινήσει διαιτητική ή δικαστική διαδικασία όταν, κατά την κρίση του, οι εν λόγω διαδικασίες είναι είτε απαραίτητες για την παράταση της προθεσμίας παραγραφής, συμπεριλαμβανομένης τυχόν ισχύουσας παραγραφής, είτε είναι απαραίτητες για τη διατήρηση των δικαιωμάτων του σε περίπτωση που η Διαμεσολάβηση δεν ευοδωθεί.
1. Οποιοσδήποτε διακανονισμός που επιτυγχάνεται κατά τη Διαμεσολάβηση δεν θα είναι νομικά δεσμευτικός μέχρι να συνταχθεί γραπτώς και να υπογραφεί από ή εκ μέρους των Μερών. Το Κέντρο Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών ή/και ο Διαμεσολαβητής δεν είναι υπεύθυνοι ούτε υποχρεούνται να επισημοποιήσουν τη συμφωνία διακανονισμού. Η τελική διατύπωση της συμφωνίας διακανονισμού και η εκτελεστότητά της στη συνέχεια θα αποφασίζονται και θα εκτελούνται από κοινού από τα Μέρη και τους δικηγόρους τους.
1. Η Διαμεσολάβηση διέπεται από, διαμορφώνεται και τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με τους νόμους του τόπου όπου λαμβάνει χώρα η Διαμεσολάβηση. Τα δικαστήρια του κράτους όπου λαμβάνει χώρα η Διαμεσολάβηση έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία για την επίλυση οποιασδήποτε αξίωσης, διαφοράς ή διαφοράς που μπορεί να προκύψει από ή σε σχέση με τη Διαμεσολάβηση.